Πώς Δημιουργούνται οι Τοξικές Σχέσεις: Φύση, Ναρκισσιστική Συμπεριφορά, Περιβάλλον και Δεσμός Τραύματος
Γράφει η Κίρα Καρνέζη
Στο προηγούμενο άρθρο μας με τίτλο «Γιατί κάποιοι άνθρωποι είναι τοξικοί» (διαβάστε εδώ), εξερευνήσαμε τόσο τα χαρακτηριστικά της Σκοτεινής Τριάδας και της ψυχοπάθειας, όσο και τα χαρακτηριστικά των θυμάτων τους.
Τώρα, θα δούμε τη δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ των χειριστικών ατόμων και των θυμάτων τους.
Για την κατανόηση αυτής της δυναμικής χρειάζεται να δούμε: πώς διαμορφώνεται η ναρκισσιστική συμπεριφορά, πώς νιώθουν οι ναρκισσιστές και γιατί κάποια άτομα έχουν την τάση να «σώσουν» τους ανθρώπους που αγαπούν και δεν μπορούν να αποδεσμευτούν, ακόμα και όταν αυτοί είναι τοξικοί, δείχνοντας πώς λειτουργεί ο επικίνδυνος δεσμός τραύματος.
1. Η Γένεση του Ναρκισσισμού: Φύση έναντι Περιβάλλοντος
Η ναρκισσιστική συμπεριφορά ανήκει στην κατηγορία των ψυχικών παθήσεων που διαφέρουν ριζικά από τις περισσότερες άλλες διαταραχές. Σε αντίθεση με συμπτώματα που εμφανίζονται κατά καιρούς – όπως οι κρίσεις άγχους, οι εθισμοί ή τα ψυχοτραυματικά επεισόδια που μπορούν να έρχονται και να φεύγουν – ο ναρκισσισμός παρουσιάζει χαρακτηριστικά συνέχειας και μονιμότητας.
Συγκεκριμένα, εντάσσεται στις λεγόμενες «διάχυτες» διαταραχές – εκείνες που διαπερνούν όλη τη διάρκεια της ζωής του ατόμου. Μόνο δύο κατηγορίες ψυχολογικών προβλημάτων φέρουν αυτό το χαρακτηριστικό: οι αναπτυξιακές διαταραχές (όπως το φάσμα του αυτισμού) και οι διαταραχές προσωπικότητας.
Αυτή η σύγκριση μάς βοηθά να κατανοήσουμε την πραγματικότητα: όπως δεν περιμένουμε από κάποιον στο φάσμα του αυτισμού να “γιατρευτεί” από τη μια μέρα στην άλλη, έτσι είναι εξίσου απραγματοποίητο να αναμένουμε από έναν ναρκισσιστή να μεταμορφωθεί ξαφνικά σε διαφορετικό άνθρωπο.
Η αναγνώριση αυτή φέρει βαθιές συνέπειες. Επηρεάζει τον τρόπο που οι ψυχολόγοι και θεραπευτές σχεδιάζουν τις παρεμβάσεις τους – τόσο για τους ίδιους τους ναρκισσιστές όσο και για εκείνους που επηρεάζονται από αυτούς. Παράλληλα, διαμορφώνει και τον τρόπο που τα άτομα που βιώνουν ναρκισσιστική κακοποίηση και συμπεριφορά προσεγγίζουν και αντιλαμβάνονται τη δική τους κατάσταση.

Ηχώ και Νάρκισσος (1903), ελαιογραφία του John William Waterhouse
Το αιώνιο ερώτημα κληρονομικότητας έναντι περιβάλλοντος – φύσης έναντι ανατροφής – στέκεται στον πυρήνα όχι μόνο της ψυχολογίας αλλά και ολόκληρου του ιατρικού πεδίου. Για να γίνει κατανοητή η ουσία των διαταραχών προσωπικότητας, η ειδικός Sandra Brown προτείνει μια ιδιαίτερα διαφωτιστική παραβολή:
Η Μεταφορά του Κέικ και του Γλάσου
Ο εγκέφαλος, με το DNA που έδωσε αφορμή για τον σχηματισμό και τη λειτουργία του, είναι σαν ένα κέικ, ενώ οι ελλιπείς αναπτυξιακές εργασίες, όπως η έλλειψη προσκόλλησης ή η έλλειψη αυτονομίας, είναι σαν το γλάσο στο κέικ.
Ανεξάρτητα από το γλάσο, αν το κέικ είναι καλά ψημένο (δηλαδή αν ο εγκέφαλος έχει αναπτυχθεί φυσιολογικά), μπορούμε να αφαιρέσουμε το γλάσο (τις ελλιπείς αναπτυξιακές εργασίες) και να το αντικαταστήσουμε. Ωστόσο, αν το κέικ δεν είναι καλά ψημένο, το να προσπαθήσουμε να διορθώσουμε το πρόβλημα αλλάζοντας την ποσότητα ή την ποιότητα του γλάσου είναι μια δύσκολη, αν όχι αδύνατη, εργασία.
Η Ναρκισσιστική Συμπεριφορά: Μια Διαγνωστική Πρόκληση
Παρά τη ισχυρή νευροβιολογική υπόστρωση του ναρκισσισμού, η ναρκισσιστική συμπεριφορά δεν είναι δυνατόν να διαγνωστεί στην παιδική ηλικία. Πρώτα πρέπει να αποκλειστούν άλλες ψυχικές διαταραχές και η πιθανότητα μετατραυματικής διαταραχής. Ωστόσο, από τη στιγμή που επιβεβαιώνεται η διάγνωση, αποκτούμε σαφή εικόνα για τον μηχανισμό που χρησιμοποίησε το άτομο για να διαμορφώσει την χειριστική του προσωπικότητα.
Η Ναρκισσιστική Συμπεριφορά και η Ανάπτυξη του “Σοφού Παιδιού”
Η ναρκισσιστική συμπεριφορά διαμορφώνεται στην παιδική ηλικία με έναν περίπλοκο μηχανισμό.
Σύμφωνα με την έρευνα ειδικών, όπως η Sandra Brown, παρατηρούμε μια αντιφατική κατάσταση: παιδιά με σημαντικές ελλείψεις στη συναισθηματική ανάπτυξη που παράλληλα αναπτύσσουν εξαιρετικές δεξιότητες παρατήρησης και ανάλυσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Για να κατανοήσουμε καλύτερα αυτή τη δυναμική, ας εξετάσουμε μια υποθετική κατάσταση που φωτίζει τον τρόπο σκέψης αυτών των παιδιών.
Φανταστείτε δύο φίλους, τον Αλέξη και τον Μάριο. Είναι και οι δύο περίπου δέκα ετών. Ο Αλέξης μεγαλώνει με νευροτυπική συναισθηματική ανάπτυξη – έχει πλήρη πρόσβαση στο φάσμα των ανθρώπινων συναισθημάτων, έχει ενσυναίσθηση, κατανοεί τις συνέπειες των πράξεών του και αντιδρά αυθόρμητα στον πόνο των άλλων.
Ο Μάριος, αντίθετα, αντιμετωπίζει μια εσωτερική δυσλειτουργία που τον εμποδίζει να βιώσει ή να κατανοήσει βαθιά συναισθήματα όπως η αγάπη, η συμπόνια ή η ενοχή. Παράλληλα, δυσκολεύεται να κατανοήσει τη διαφορά ανάμεσα στο σωστό και το λάθος με τον εσωτερικό τρόπο που το κάνουν άλλα παιδιά.
Μια μέρα, ενώ παίζουν στο σπίτι του Αλέξη, αναστατώνονται και χτυπούν ένα πολύτιμο διακοσμητικό που ανήκε στη γιαγιά. Η μητέρα του Αλέξη, βλέποντας το σπασμένο αντικείμενο, δακρύζει – όχι από θυμό, αλλά από τη συναισθηματική αξία που είχε για εκείνη. Ο Αλέξης αμέσως καταλαβαίνει τη στεναχώρια της μητέρας του και νιώθει την ανάγκη να την παρηγορήσει και να αναλάβει την ευθύνη.
Ο Μάριος παρακολουθεί όλη αυτή την εκδήλωση συναισθημάτων σαν θεατής σε μια παράσταση που δεν κατανοεί. Απορεί με τις αντιδράσεις γύρω του: “Γιατί η μητέρα του φαίνεται στεναχωρημένη για ένα απλό αντικείμενο; Γιατί ο Αλέξης νιώθει την ανάγκη να την αγκαλιάσει; Γιατί όλοι συμπεριφέρονται σαν να συνέβη κάτι σπουδαίο;”
Η Μίμηση ως Στρατηγική Επιβίωσης
Καθώς τέτοιες καταστάσεις επαναλαμβάνονται, ο Μάριος αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι οι δικές του αντιδράσεις διαφέρουν από αυτές που θεωρούνται “φυσιολογικές”. Χωρίς να κατανοεί πλήρως τις αιτίες αυτής της διαφοράς, αναγνωρίζει την ανάγκη να προσαρμοστεί για να αποφύγει την κοινωνική απομόνωση.
Η εξυπνάδα του τον οδηγεί σε μια συστηματική προσέγγιση: αρχίζει να καταγράφει σαν μαθητής τα “κατάλληλα” μοτίβα συμπεριφοράς. Παρατηρεί ότι όταν κάποιος εκδηλώνει λύπη, οι άλλοι ανταποκρίνονται με συγκεκριμένους τρόπους. Μαθαίνει ποιες εκφράσεις προσώπου αναμένονται σε διαφορετικές καταστάσεις, ποια λόγια θεωρούνται κατάλληλα και πώς να δημιουργεί την εντύπωση της ενσυναίσθησης.
Αυτή η διαδικασία μετατρέπει αυτά τα παιδιά σε ιδιαίτερα επιδέξιους “ερευνητές” της ανθρώπινης ψυχολογίας – όχι από περιέργεια ή γνήσιο ενδιαφέρον, αλλά ως απαραίτητο εργαλείο κοινωνικής επιβίωσης. Με τον καιρό, αναπτύσσουν την ικανότητα να προβλέπουν και να χειρίζονται τις συναισθηματικές αντιδράσεις των άλλων με ακρίβεια που θα ζήλευε κάθε επαγγελματίας ψυχολόγος.
Αυτά τα παιδιά-θαύματα που μελετούν την ανθρώπινη συμπεριφορά από 5-6 ετών, γίνονται συναισθηματικά “σοφά παιδιά” -πάντα σε εισαγωγικά όμως! Από τη μια πλευρά, είναι συναισθηματικά “καθυστερημένα” ως προς την εμπειρία των άλλων. Από την άλλη, είναι τόσο έξυπνα και έχουν εξειδικευτεί τόσο στη μελέτη των άλλων που έχουν μάθει να αναπτύσσουν μάσκα για κάθε περίσταση.
Το Στραβό Δέντρο της Προσωπικότητας
Όπως ένα δέντρο που μεγαλώνει γύρω από ένα εμπόδιο αναπτύσσει καμπύλες, κυρτώματα και εξογκώματα για να προσαρμοστεί, έτσι και ένα άτομο που αναπτύσσει ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά προσαρμόζεται στις βασικές εσωτερικές δυσλειτουργίες και τις περιβαλλοντικές επιρροές. Καθώς αυτές οι δεξιότητες καλλιεργούνται χρόνια – χρησιμοποιούμενες στην οικογένεια, τον δάσκαλο, τους συμμαθητές στο σχολείο, τους εργοδότες – η χειραγώγηση εξελίσσεται από απλή προσαρμογή σε τρόπο επιβίωσης.
Τελικά, το παιδί/έφηβος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν διαθέτει αυτά τα συναισθήματα και τις εμπειρίες. Η αντίδρασή του; “Τι να κάνω… πρέπει να συνεχίσω έτσι.” Η προσαρμογή δεν είναι πλέον απλή κατανόηση των φυσιολογικών ανθρώπων – γίνεται συμπεριφορά επιβίωσης που του επιτρέπει να παίρνει ό,τι θέλει, αφού οι ελλείψεις του τού δίνουν δεξιότητες που οι άλλοι χρησιμοποιούν με ηθικό τρόπο για να επιτύχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
Όπως με το στρεβλό δέντρο, δεν είναι δυνατόν να αντιστρέψουμε πλήρως αυτή τη διαδικασία διαμόρφωσης της προσωπικότητας.
Οι Συνέπειες μιας Δύσκολης Αλήθειας: Πώς αντιμετωπίζουμε τη ναρκισσιστική συμπεριφορά
Η κατανόηση της ναρκισσιστικής ανάπτυξης φέρει βαθιές επιπτώσεις για όλους τους εμπλεκομένους. Όταν συνειδητοποιούμε πώς διαμορφώθηκε αυτή η “στρεβλή” προσωπικότητα, γίνεται σαφές γιατί τα άτομα με ναρκισσιστική συμπεριφορά είναι τόσο δυσλειτουργικά σε σημείο που καθιστούν σε πολύ μεγάλο βαθμό αδύνατη τη θεραπευτική εργασία.
Σύμφωνα με τη θεωρία του Erik Erikson για την ανθρώπινη ανάπτυξη, υπάρχουν βασικές συναισθηματικές εργασίες που πρέπει να ολοκληρωθούν πριν από κάθε στάδιο ανάπτυξης. Αυτές είναι οι δομικές μονάδες του συναισθηματικού χαρακτήρα: δεσμός και εμπιστοσύνη, αυτονομία, πρωτοβουλία, εργατικότητα, ταυτότητα κτλ.
Οι ναρκισσιστές αντί να μάθουν πώς να δείχνουν εμπιστοσύνη, μαθαίνουν να εκμεταλλεύονται την εμπιστοσύνη των άλλων ενώ δυσπιστούν προς όλους.
Αντί για υγιή αυτονομία, γίνονται είτε παρασιτικά εξαρτημένοι είτε απομονωμένοι. Αντί για γνήσια ηγεσία, αισθάνονται είτε κατώτεροι είτε ανώτεροι και οδηγούν τους άλλους σε λάθος δρόμους. Η ταυτότητά τους συνδέεται όχι με θετικά επιτεύγματα, αλλά με τις σκοτεινότερες πλευρές του χαρακτήρα τους.
Όλα τα συμπτώματα των διαταραχών προσωπικότητας εμπίπτουν σε τέσσερις καθολικές δυσλειτουργίες: προβλήματα στην ενσυναίσθηση, την οικειότητα, την αίσθηση ταυτότητας και την αυτοκαθοδήγηση.
Αυτές οι τεράστιες ελλείψεις στη δόμηση του χαρακτήρα σημαίνουν, όπως εύστοχα παρατηρεί η Sandra Brown, ότι ” δεν υπάρχουν πολλά για να δουλέψει κανείς μαζί τους.”
Ναρκισσιστική Συμπεριφορά: Στιλ Προσωπικότητας, όχι Διαταραχή
Αυτή η αναγνώριση μας οδηγεί σε μια σημαντική διαπίστωση: η ναρκισσιστική συμπεριφορά λειτουργεί περισσότερο ως στιλ προσωπικότητας παρά ως κλασική διαταραχή.
Η διαφορά είναι κρίσιμη – δεν είναι αυτός που έχει ναρκισσισμό που υποφέρει, αλλά όλοι οι άλλοι γύρω του. Ο ναρκισσιστής δεν βιώνει την κατάστασή του ως πρόβλημα που χρήζει λύσης. Αντιθέτως, το άτομο με την ναρκισσιστική συμπεριφορά συχνά αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ανώτερο και τους άλλους ως το πρόβλημα.
Επιλογή και Ευθύνη
Είναι αλήθεια ότι τα άτομα με ναρκισσιστική συμπεριφορά δεν μπορούν να ελέγξουν τα έμφυτα προβλήματα και τις δυσλειτουργίες τους. Ωστόσο, επιλέγουν συνειδητά τα θύματά τους και τις τακτικές κακοποίησης που εφαρμόζουν. Για αυτές τις επιλογές θα πρέπει να θεωρούνται υπεύθυνοι και να υφίστανται τις συνέπειες.
Συνέπειες για τους Ειδικούς
Οι ψυχολόγοι και οι νομικοί θα πρέπει να ενεργούν με την επίγνωση ότι η ναρκισσιστική συμπεριφορά δεν πρόκειται να αλλάξει στο μέλλον. Η παραπομπή τους σε μαθήματα διαχείρισης θυμού ή συμβουλευτικής σχέσεων αποτελεί σπατάλη πόρων, ενώ ο νομικός ή ποινικός περιορισμός τους είναι ένα πιο λογικό βήμα.
Μήνυμα για τα Θύματα
Τέλος, τα θύματα πρέπει να συνειδητοποιήσουν μια δύσκολη αλήθεια: δεν μπορούν να αλλάξουν τη γενετική προδιάθεση των ναρκισσιστών για παθολογική συμπεριφορά, μέσω της αγάπης τους. Η ανοχή τους απέναντι σε τέτοιες συμπεριφορές βλάπτει μόνο τα ίδια. Όπως το στρεβλό δέντρο, η διαμόρφωση έχει ολοκληρωθεί – και η αποδοχή αυτής της πραγματικότητας αποτελεί το πρώτο βήμα προς την απελευθέρωση.
2. Η Άλλη Πλευρά του Νομίσματος: Τα “Άλλα Σοφά Παιδιά”
Αν ο ναρκισσιστής είναι ένα “σοφό παιδί” που έμαθε να χειραγωγεί, το τυπικό θύμα του αποτελεί το αντίθετο είδος “σοφού παιδιού” – εκείνο που έμαθε να δίνει. Τα άτομα που υφίστανται τις πιο επιβλαβείς συνέπειες από σχέσεις με άτομα με ναρκισσιστική συμπεριφορά χαρακτηρίζονται από πολύ υψηλή προσήνεια και ευσυνειδησία – έχουν αυτά που ονομάζουμε “υπερχαρακτηριστικά”. Αυτά δεν είναι παθολογικά χαρακτηριστικά, αλλά ένας συγκεκριμένος συνδυασμός από χαρακτηριστικά στο φάσμα του φυσιολογικού.
Αυτά τα άτομα, μεγαλώνοντας, βασίστηκαν τόσο πολύ στην υγιή αυτονομία και στα θετικά τους επιτεύγματα, που δεν έμαθαν όχι μόνο πώς να χειρίζονται τους άλλους, αλλά ούτε και ότι υπάρχουν άνθρωποι που σκέφτονται και λειτουργούν τελείως διαφορετικά. Και χρειάζονται χρόνια για να το δεχτούν – αν το δεχτούν ποτέ. Η έλλειψη κατανόησης της ναρκισσιστικής συμπεριφοράς τα καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτα.
Ο Παθολογικός Δεσμός Τραύματος: Όταν τα Αντίθετα Έλκονται Καταστροφικά
Η παθολογική σχέση με τον ναρκισσιστή δεν είναι τυχαία. Είναι ένας δεσμός τραύματος που απαρέγκλιτα δημιουργεί σύνθετη μετατραυματική διαταραχή και άτυπο τραύμα. Ο δεσμός τραύματος αποτελεί έναν από τους πιο ισχυρούς και καταστροφικούς ψυχολογικούς μηχανισμούς που μπορούν να αναπτυχθούν σε μια διαπροσωπική σχέση.
Τι είναι ο Δεσμός Τραύματος
Ο δεσμός τραύματος εμφανίζεται σε σχέσεις που χαρακτηρίζονται από διαλειμματική ενίσχυση – ένα ασυνεπές μοτίβο στοργής ή θετικής μεταχείρισης σε συνδυασμό με κακοποίηση, παραμέληση ή κακομεταχείριση. Ο δεσμός τραύματος δημιουργείται λόγω της κυκλικής φύσης της κακοποίησης, η οποία παράγει συναισθηματική εξάρτηση και αίσθημα αφοσίωσης προς τον θύτη.
Πώς Ακριβώς Δημιουργείται η Παθολογική Σχέση
Θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε ότι οι ναρκισσιστές έχουν πάντα ένα προμελετημένο σχέδιο. Σε μια κοινωνική συγκέντρωση, χωρίς συγκεκριμένη ατζέντα, θα αρχίσουν απλώς συζητήσεις για να γνωρίσουν τους παρευρισκόμενους. Ενστικτωδώς, θα ξεκινήσουν να καθρεφτίζουν τα συναισθήματα των συνομιλητών τους – μια ικανότητα που έχουν αναπτύξει από παιδιά, καθώς εξασκούν την ναρκισσιστική συμπεριφορά.
Αν συνομιλήσουν με έναν άλλον ναρκισσιστή, η αλληλεπίδραση θα φτάσει σύντομα σε αδιέξοδο. Έχουν περιορισμένο ρεπερτόριο συμπεριφορών και η συζήτηση θα ατονήσει. Αντίθετα, αν συναντήσουν κάποιον με συναισθηματικό βάθος, εμπλέκονται αυτόματα σε ένα συναρπαστικό παιχνίδι αντικατοπτρισμού.
Έλκονται πραγματικά από χαρακτηριστικά όπως ο συνδυασμός αυξημένης προσήνειας, ευσυνειδησίας, δεκτικότητας στην εμπειρία και ειλικρίνειας/ταπεινότητας.
Καθώς αντικατοπτρίζουν αυτά τα χαρακτηριστικά, το θύμα πιστεύει ότι βρήκε μια αδελφή ψυχή. Νιώθει ακόμα μεγαλύτερη ευφορία, η οποία ανακλάται ξανά, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Δεν είναι τυχαίο που σε πολλές τέτοιες σχέσεις τα άτομα με υπερχαρακτηριστικά μιλούν για μια “ακαταμάχητη χημεία” – η πηγή της οποίας είναι το ίδιο το θύμα.
Τεχνικές Παραπλάνησης και Δεσμός Τραύματος
Ο ναρκισσιστής χρησιμοποιεί συγκεκριμένες τεχνικές για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ομοιότητας ώστε να δημιουργηθεί ο δεσμός τραύματος. Για παράδειγμα, προσέχει τις εκφράσεις του προσώπου, τη στάση του σώματος, τις χειρονομίες, την αναπνοή και τον τόνο της φωνής και μιμείται τη γλώσσα του σώματος. Κολακεύει συστηματικά, λέει ψέματα με στόχο να ακούσει το θύμα αυτό που θέλει, κάνει γενικόλογες δηλώσεις που καλύπτουν όλα τα ενδεχόμενα, προσαρμόζει την αφήγησή του με βάση τις αντιδράσεις του θύματος.
Το πρόβλημα είναι ότι μετά το αρχικό στάδιο της “ακαταμάχητης χημείας”, ο ναρκισσιστής δεν μπορεί να διατηρήσει τη συναισθηματική ενέργεια που απαιτείται. Βαριέται επειδή δεν έχει το βάθος να πάει εκεί που μπορεί να πάει το άτομο που γνώρισε. Θέλει κάτι λιγότερο κουραστικό και αλλάζει συμπεριφορά, διατηρώντας τη σχέση μέσω χειρισμού χωρίς να κάνει πλέον ούτε το αρχικό καθρέφτισμα. Ο δεσμός τραύματος ξεκινά να δημιουργείται με αυτή την αλλαγή συμπεριφοράς.
Γιατί ο ναρκισσιστής στοχοποιεί ανθρώπους με τα αντίθετα χαρακτηριστικά από αυτόν σε υπερθετικό βαθμό;
Όπως εύστοχα παρατηρεί η ψυχικός σύμβουλος Jennifer Young: “Καλύπτουν τη φρίκη του ποιοι πραγματικά είναι με τη φαντασίωση του ποιοι χρειάζεσαι εσύ να είναι.” Με άλλα λόγια, ο μόνος τρόπος να δημιουργήσουν μια μάσκα είναι να βρουν κάποιον που θα τους δώσει τα υλικά για να τη φτιάξουν.
Οικογενειακές Σχέσεις: Ο Ηχωισμός ως Επιβίωση και ο Δεσμός Τραύματος
Στις οικογενειακές σχέσεις, ο ίδιος μηχανισμός του δεσμού τραύματος χρησιμοποιείται με εξίσου καταστροφικά αποτελέσματα. Ο ναρκισσιστής γνωρίζει τις δικές του ελλείψεις (που τις θεωρεί υπερδυνάμεις) αλλά και τα υπερχαρακτηριστικά των άλλων (που τα θεωρεί αδυναμία). Το άτομο με τα υπερχαρακτηριστικά θα γίνει ο αποδιοπομπαίος τράγος, ενώ άτομα χωρίς υπερχαρακτηριστικά θα γίνουν οι σύμμαχοί του ναρκισσιστή, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.
Όταν ο ναρκισσιστής είναι ο γονέας και το παιδί έχει υπερχαρακτηριστικά, το παιδί μπορεί να εμφανίσει “ηχωισμό”, δηλαδή μαθαίνει να καταπιέζει τις δικές του ανάγκες και επιθυμίες για να κερδίσει την αποδοχή και την αγάπη του γονέα. Ο δεσμός τραύματος δημιουργείται από αυτή τη δυναμική, που εναλλάσσει τη φαινομενική αποδοχή με την ουσιαστική απόρριψη.
Ένα βασικό χαρακτηριστικό του ηχωισμού είναι η ικανότητα να “συντονίζεται” κανείς και να ανταποκρίνεται στις συναισθηματικές καταστάσεις των άλλων. Τα παιδιά με υπερχαρακτηριστικά που μεγαλώνουν με ναρκισσιστικούς γονείς αναπτύσσουν υπερευαισθησία στη διάθεση και τις αντιδράσεις του γονέα, ως μέσο πρόβλεψης και αποφυγής συγκρούσεων ή απόρριψης. Μαθαίνουν να θέτουν τις ανάγκες του γονέα πάνω από τις δικές τους και να αντλούν την αίσθηση της αξίας τους μέσα από την ικανοποίηση των απαιτήσεων του γονέα.
Αυτή η προσαρμοστικότητα όμως έρχεται με τεράστιο κόστος. Τα παιδιά-ηχωιστές δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν τις δικές τους επιθυμίες, προτιμήσεις και συναισθήματα. Βιώνουν βαθιά ανασφάλεια και αυτοαμφιβολία, φοβούμενα ότι η διεκδίκηση των αναγκών τους θα οδηγήσει σε απόρριψη ή εγκατάλειψη. Ως αποτέλεσμα, υιοθετούν έναν παθητικό ή αυτοθυσιαστικό ρόλο στις σχέσεις τους, χωρίς να βάζουν όρια και βάζοντας τους άλλους πάνω από τον εαυτό τους.
Αυτό είναι διαφορετικό από τη συνεξάρτηση – την ανάγκη για φροντίδα του άλλου και την εξάρτηση από την αποδοχή του – η οποία όμως μπορεί να συνυπάρχει και έτσι ο δεσμός τραύματος να γίνεται ακόμη πιο περίπλοκος.
3. Παθολογικές Σχέσεις: Όταν η Ναρκισσιστική Συμπεριφορά Συναντά τα Υπερχαρακτηριστικά
Οι σχέσεις μεταξύ ανθρώπων με χαρακτηριστικά της Σκοτεινής Τριάδας – ναρκισσισμός, μακιαβελισμός και σαδισμός – ή με ψυχοπαθητικά χαρακτηριστικά, και ανθρώπων με αδούλευτα υπερχαρακτηριστικά, είναι εξ ορισμού παθολογικές. Η ναρκισσιστική συμπεριφορά στοχοποιεί συστηματικά άτομα με ακριβώς τα αντίθετα χαρακτηριστικά. Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά σε προσωπικές αντιπάθειες ή ασυμβατότητες χαρακτήρων, αλλά σε μια συστηματική και προβλέψιμη δυναμική που οδηγεί αναπόφευκτα σε ψυχολογική βλάβη.
Η Αλήθεια για τα Θύματα της Ναρκισσιστικής Συμπεριφοράς
Σύμφωνα με την έρευνα του Ινστιτούτου Μείωσης της Διαπροσωπικής Βλάβης, μια κρίσιμη παρανόηση που πρέπει να διαλυθεί είναι η εξής: δεν είναι όλα τα θύματα από δυσλειτουργικές οικογένειες. Αυτή η εσφαλμένη πεποίθηση έχει οδηγήσει σε victim blaming και σε λανθασμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις που αναζητούν τις “ρίζες” του προβλήματος στο παρελθόν του θύματος.
Η οικογενειακή ιστορία του θύματος μπορεί πράγματι να περιπλέκει την κατάσταση, όπως και άλλοι παράγοντες, όπως συνυπάρχουσες παθήσεις (κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, συνεξάρτηση). Αλλά αυτά είναι περιφερειακά στοιχεία. Η ουσία είναι πολύ πιο απλή και ταυτόχρονα πιο ανησυχητική: όταν άνθρωποι με υπερχαρακτηριστικά, τα οποία δεν έχουν εντοπίσει και διαχειριστεί, έρχονται σε επαφή με άτομα που επιδεικνύουν ναρκισσιστική ή πιο γενικά χειριστική συμπεριφορά, δημιουργείται αυτόματα δεσμός τραύματος και άτυπο τραύμα.
Το Φαινόμενο του Άτυπου Τραύματος και ο Δεσμός Τραύματος
Το άτυπο τραύμα αποτελεί ένα μοναδικό είδος ψυχολογικής βλάβης που διαφέρει σημαντικά από την κλασική μετατραυματική διαταραχή, είναι ένα είδος σύνθετης μετατραυματικής διαταραχής, και ο δεσμός τραύματος συνδέεται άμεσα με αυτό. Σύμφωνα με τα ευρήματα του Ινστιτούτου Μείωσης της Διαπροσωπικής Βλάβης, το 100% των θυμάτων κακοποίησης από σχέση με παθολογικό άτομο βιώνουν αυτό το συγκεκριμένο είδος τραύματος.
Το άτυπο τραύμα χαρακτηρίζεται από τρία βασικά στοιχεία που το καθιστούν ιδιαίτερα ύπουλο και δύσκολο στη διάγνωση:
Αντιφατικές Αναμνήσεις: Το θύμα φέρει ταυτόχρονα έντονες θετικές αναμνήσεις παράλληλα με τις τραυματικές. Αυτές οι θετικές στιγμές – που συχνά αντιστοιχούν στη φάση της “παγίδευσης” ή του “love bombing” – δεν είναι λιγότερο πραγματικές από τις αρνητικές. Η ένταση και η ειλικρίνεια των συναισθημάτων που βιώθηκαν τότε παραμένουν ανεπηρέαστες από την κατανόηση που ήρθε αργότερα.
Τραυματικές Θετικές Αναμνήσεις: Σε μια παράδοξη αντιστροφή, οι θετικές αναμνήσεις μπορεί να προκαλούν αναδρομές (flashbacks) εξίσου έντονες με αυτές που προκαλούν οι αρνητικές εμπειρίες. Το θύμα μπορεί να βρεθεί να βιώνει επαναλαμβανόμενα τις στιγμές της “μαγείας” της σχέσης, κάτι που διατηρεί ζωντανό τον πόθο για επιστροφή και εμποδίζει την συναισθηματική αποδέσμευση. Ο δεσμός τραύματος ενισχύεται περαιτέρω από αυτό το φαινόμενο.
Γνωστική Ασυμφωνία: Η ταυτόχρονη ύπαρξη θετικών και αρνητικών εμπειριών δημιουργεί μια βαθιά σύγχυση στο γνωστικό επίπεδο. Το θύμα βρίσκεται αντιμέτωπο με δύο αντιφατικές αφηγήσεις της ίδιας σχέσης αλλά και του ίδιου του του εαυτού, και η προσπάθεια συμφιλίωσής τους μπορεί να οδηγήσει σε εξάντληση και αυτοαμφισβήτηση.
Η Μακροπρόθεσμη Επίδραση του Δεσμού Τραύματος
Ο δεσμός τραύματος δεν εξαφανίζεται εύκολα, ακόμα και μετά την αποχώρηση από την τοξική σχέση. Τα άτομα που έχουν βιώσει αυτόν τον τύπο δεσμού συχνά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάπτυξη υγιών σχέσεων στο μέλλον. Ο δεσμός τραύματος είναι εμπειρία που μπορεί να δημιουργήσει πρότυπα που επαναλαμβάνονται, καθώς το άτομο μπορεί ασυνείδητα να αναζητά την ένταση και την αντιφατικότητα που χαρακτήριζε την προηγούμενη σχέση.
Η Αναγκαιότητα της Κατανόησης
Η αναγνώριση αυτών των παθολογικών δυναμικών δεν αποτελεί ακαδημαϊκή άσκηση. Είναι βασική προϋπόθεση για την προστασία και την ανάκαμψη. Όσο παραμένουν άγνωστες οι μηχανικές αυτών των σχέσεων, τόσο περισσότερα άτομα με υπερχαρακτηριστικά θα εξακολουθούν να πέφτουν θύματα από άτομα με ναρκισσιστική συμπεριφορά, και τόσο λιγότερη θα είναι η κατανόηση που θα λαμβάνουν από το περιβάλλον τους και τους ειδικούς ψυχικής υγείας.
Επιπλέον, η κατανόηση ότι ο δεσμός τραύματος είναι ένα ιδιαίτερα έντονο ψυχολογικό φαινόμενο βοηθά τα θύματα να συνειδητοποιήσουν ότι η δυσκολία που αντιμετωπίζουν στο να “ξεχάσουν” ή να “προχωρήσουν παρακάτω” δεν οφείλεται σε αδυναμία ή έλλειψη θέλησης, αλλά σε έναν ισχυρό νευροβιολογικό μηχανισμό που απαιτεί ειδική θεραπευτική παρέμβαση.
Για περισσότερες πληροφορίες
Αν θέλετε να μάθετε περισσότερα για το πώς αντιμετωπίζονται οι τοξικοί άνθρωποι, αν θέλετε να τους κατανοήσετε ή να ανακάμψετε από μια σχέση μαζί τους, το νέο βιβλίο της Κίρας Καρνέζη «Αποχαιρετώντας τους τοξικούς ανθρώπους» από τις εκδόσεις iWrite, είναι η απάντηση. Μέσα σε αυτό θα βρείτε μια διεξοδική αλλά προσιτή σε όλους ψυχολογική ανάλυση των προτύπων συμπεριφοράς, καθώς και πρακτικές στρατηγικές αντιμετώπισης, αυτοπροστασίας και ανάκαμψης. ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΕΔΩ
*Αν αναγνωρίζετε τον εαυτό σας σε αυτές τις περιγραφές, αναζητήστε επαγγελματική βοήθεια από ειδικό εκπαιδευμένο στη θεραπεία τραύματος. Η ανάκαμψη είναι δυνατή και αξίζετε να ζήσετε μια ζωή χωρίς τοξικές δυναμικές.
Η Κίρα Καρνέζη είναι νομικός και ψυχολόγος με εξειδίκευση στη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού και την ανάλυση επιχειρήσεων. Συνδυάζοντας ακαδημαϊκή κατάρτιση και επαγγελματική εμπειρία στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, προσεγγίζει τις διαπροσωπικές σχέσεις με διεπιστημονική ματιά. Η προσωπική της πορεία σε θέματα τοξικών σχέσεων ενισχύει το έργο της, προσφέροντας πρακτική και συναισθηματική καθοδήγηση. Ζει στην Αγγλία με την οικογένειά της.